Ο Μυστράς, γνωστός και ως Μυζηθράς στο Χρονικόν του Μορέως, ήταν μία οχυρωμένη ελληνική πόλη και πρώην δήμος (Δήμος Μυστρά) στη Λακωνία της Περιφέρειας Πελοποννήσου[1]. Ευρισκόμενος στον Ταΰγετο, κοντά στην αρχαία Σπάρτη, ο Μυστράς υπήρξε πρωτεύουσα του βυζαντινού Δεσποτάτου του Μυστρά τον 14ο και 15ο αιώνα, βιώνοντας μία περίοδο ευημερίας και πολιτιστικής άνθησης. Η περιοχή παρέμεινε κατοικημένη καθ' όλη τη διάρκεια της οθωμανικής περιόδου, όταν εσφαλμένα θεωρήθηκε από τους δυτικούς ταξιδιώτες ότι ήταν η αρχαία Σπάρτη. Τη δεκαετία του 1830, εγκαταλείφθηκε και χτίστηκε η νέα πόλη της Σπάρτης, περίπου 8 χιλιόμετρα ανατολικά.
Οι εκκλησίες του Μυστρά
Η μητρόπολη του Μυστρά (Άγιος Δημήτριος)
Η Παναγία η Οδηγήτρια
Στον Μυστρά δεσπόζουν 7 σημαντικές εκκλησίες:
Ο Άγιος Δημήτριος (Μητρόπολη). Βασιλική ξυλόστεγη, με ωραία γλυπτά στο τέμπλο και τοιχογραφίες. Στο προαύλιό της βρίσκεται το Μητροπολιτικό μέγαρο, σήμερα το Μουσείο του Μυστρά.
Η Ευαγγελίστρια, μονώροφη με χαρακτηριστικό πλατύ νάρθηκα.
Οι Άγιοι Θεόδωροι, με το χαρακτηριστικό πασίγνωστο οκτάγωνο τρούλο, η μεγαλύτερη και αρχαιότερη εκκλησία του Μυστρά. Διατηρεί εντυπωσιακές τοιχογραφίες, μεταξύ των οποίων και προσωπογραφία του αυτοκράτορα Μανουήλ Β΄ Παλαιολόγου με χρονολογία 1423. Εδώ και ο τάφος του δεσπότη του Μορέως Θεοδώρου Α΄.
Η Παναγία η Οδηγήτρια (Αφεντικό). Έτσι ονομάζεται τρίκλινος διώροφος τρουλωτός ναός με δύο εκατέρωθεν παρεκκλήσια εκείνο των «χρυσοβούλων» επειδή εσωτερικά καλύπτεται με αγιογραφική σύνθεση αγγέλων να κρατούν χρυσόβουλα των ετών 1314, 1319, 1320 και 1322, και το άλλο του Ανδρόνικου που εικονίζονται ο αυτοκράτορας Ανδρόνικος Β΄ Παλαιολόγος και ο δεσπότης του Μυστρά Θεόδωρος Α΄ Παλαιολόγος.
Η Αγία Σοφία, πάνω από τα παλάτια, του 1350, ήταν το καθολικό της μονής του Ζωοδότη Χριστού και πιθανότατα αποτελούσε την εκκλησία των Παλατιών. Σε αυτή έχουν ταφεί πολλά μέλη της άρχουσας τάξης του Μυστρά και σε τάφο της βόρειας στοάς βρέθηκε το μεταξωτό γυναικείο φόρεμα αρχόντισσας των αρχών του 15ου αιώνα, που είναι στο μουσείο του Μυστρά.
Η Περίβλεπτος.
Η Παντάνασσα (γυναικείο μοναστήρι), η εκκλησία της οποίας είναι το καλύτερα διατηρούμενο μνημείο. Εκεί βρίσκονται και οι τάφοι της δέσποινας Κλεόπα Μαλατέστα και της Θεοδώρας, της συζύγου του αυτοκράτορα Κωνσταντίνου ΙΑ΄ Παλαιολόγου.
Οι εκκλησίες αυτές υπήρξαν καθολικά μοναστηριών. Γενικά οι εκκλησίες του Μυστρά αποτελούσαν χώρο μάθησης της βυζαντινής αρχιτεκτονικής, ζωγραφικής, αγιογραφίας και χωροταξικής μελέτης της εποχής λίγο πριν την αναγέννηση. Σήμερα, μόνο η Παντάνασσα λειτουργεί ως μοναστήρι. Πολλές από τις εκκλησίες οφείλουν τη σημερινή τους μορφή σε εργασίες συντήρησης που πραγματοποιήθηκαν από τον Αναστάσιο Ορλάνδο λίγο πριν το 1940. Η μορφή των εκκλησιών συνδέεται με το φυσικό ανάγλυφο της θέσης στην οποία χτίστηκαν. Έτσι, το σύνολο των εκκλησιών αποκλίνει προς την ανατολή, κατά παράβαση των σχετικών κανόνων της θρησκευτικής παράδοσης. Μία από αυτές, ο Άγιος Γεώργιος, έχει φορά από το βορρά προς το νότο. Ως προς την αρχιτεκτονική μορφή, κυριαρχούν ο απλός βασιλικός τύπος και ο χαρακτηριστικός για τον Μυστρά τύπος που συνδυάζει τη βασιλική στο ισόγειο και το ναό με τρούλους στο υπερώο. Σήμα κατατεθέν των εκκλησιών είναι και οι εξωτερικές στοές. Συνολικά, η αρχιτεκτονική μορφή και τα δομικά υλικά διαμορφώνουν ένα απόλυτα αρμονικό σύνολο με το περιβάλλον.
Μητρόπολη (Άγιος Δημήτριος)
Το σημείο όπου ορκίστηκε ο τελευταίος Βυζαντινός αυτοκράτορας, Κωνσταντίνος ΙΑ΄ Παλαιολόγος.
Πρόκειται για συγκρότημα κτηρίων που βρίσκεται μέσα από το βορειότερο σημείο του εξωτερικού τείχους. Είναι το αρχαιότερο σωζόμενο μνημείο της πόλης[4]. Δύο είσοδοι, μια μικρή και παλαιότερη, νότια, και μια μεταγενέστερη και πιο επιβλητική, στη δυτική αυλή, οδηγούν στο εσωτερικό του συγκροτήματος και στο ναό, ο οποίος είναι αφιερωμένος στον Άγιο Δημήτριο. Εδώ στέφθηκε αυτοκράτορας ο Κωνσταντίνος Παλαιολόγος -η πλάκα με το δικέφαλο αετό στο κέντρο του ναού μαρτυρεί αυτό ακριβώς το γεγονός. Ο ναός είναι μια τροποποιημένη μορφή της αρχικής τρίκλιτης βασιλικής που άρχισε να χτίζεται μάλλον από το μητροπολίτη Ευγένιο το 1263. Στη συνέχεια προστέθηκαν οι εργασίες και η διακόσμηση (τέλη 13ου αι.) του μητροπολίτη Νικηφόρου Μοσχόπουλου, με χορηγία του αδερφού του Ααρών, η μορφή του οποίου ξεχωρίζει ανεπαίσθητα σε μια τοιχογραφία στο ιερό. Κατά το 15ο αι., ο μητροπολίτης Ματθαίος γκρέμισε την ξύλινη δίρριχτη στέγη. Στη θέση της κατασκευάστηκε ένα σύμπλεγμα τρούλων, ενώ παράλληλα προστέθηκε ο γυναικωνίτης και καταστράφηκε το πάνω μέρος των τοιχογραφιών του εσωτερικού κλίτους. Έτσι ο ναός μετατράπηκε σε βασιλική κάτω και σταυροειδή με τρούλο πάνω.
Ο γλυπτός διάκοσμος του ναού εμφανίζει ποικιλία ως προς το ύφος και την εποχή, ενώ αξιοπρόσεκτος είναι ο ανάγλυφος δικέφαλος αετός των Παλαιολόγων στο δάπεδο, κάτω από τον τρούλο. Ποικιλία ως προς την τεχνοτροπία αλλά μεγαλύτερη εντόπιση ως προς το χρόνο (τελευταίο τέταρτο 13ου-αρχές 14ου αι.) εμφανίζουν οι εξαιρετικές τοιχογραφίες του ναού, που σε μεγάλο βαθμό οφείλονται στον Νικηφόρο.
Το συγκρότημα της Μητρόπολης συμπληρώνουν κτήρια που προστέθηκαν μεταγενέστερα: το πυργόμορφο καμπαναριό (στη νοτιοανατολική γωνία του ναού), η στοά με τους πεσσούς και τις καμάρες στη δυτική πρόσοψη, μια δεύτερη στοά στη βόρεια πλευρά, απ' όπου η θέα προς την κοιλάδα είναι εξαιρετική, καθώς και η όμορφη βόρεια αυλή με τα τόξα και τα διώροφα κτήρια στη δυτική πλευρά της, έργα του μητροπολίτη Ανανία Λαμπαδάρη, ο οποίος, σφαγιάστηκε από τους Οθωμανούς το 1760. Το σημείο όπου μαρτύρησε, έξω από τη Μητρόπολη, είναι περιφραγμένο με κιγκλίδωμα. Ένας άλλος μητροπολίτης, ο Χρύσανθος, έχτισε το 1802 τη βρύση που υπάρχει στην ίδια αυλή.
Ευαγγελίστρια
Η Ευαγγελίστρια βρίσκεται στο καλντερίμι που οδηγεί από τη Μητρόπολη στη Μονή Βροντοχίου[5]. Είναι ένας μικρός δίστηλος σταυροειδής ναός, με καλαίσθητο τρούλο, νάρθηκα και γυναικωνίτη, που χρονολογείται στα τέλη του 14ου ή στις αρχές του 15ου αι. Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει ο γλυπτός διάκοσμος στο εσωτερικό του, στον οποίο ξεχωρίζουν τα σκαλισμένα κυβικά κιονόκρανα. Ο περίβολος του ναού χρησίμευε ως νεκροταφείο, αν και όπως μαρτυρεί η ιδιαίτερη κομψότητά του αυτός δεν προοριζόταν εξαρχής για κοιμητήριο.
Μονή Βροντοχίου (Άγιοι Θεόδωροι, Οδηγήτρια/Αφεντικό)
Κύριο λήμμα: Μονή Βροντοχίου
Οι Άγιοι Θεόδωροι και η Παναγία η Οδηγήτρια, οι μεγαλύτερες και πιο εντυπωσιακές εκκλησίες του Μυστρά, βρίσκονται στη βόρεια γωνία του εξωτερικού τείχους. Αποτελούσαν τμήματα του μοναστηριακού συγκροτήματος του Βροντοχίου, το οποίο ήταν πνευματικό κέντρο του Μυστρά και χώρος ταφής των δεσποτών.
Αγία Σοφία
Η Αγία Σοφία, που μάλλον ήταν καθολικό μονής και επίσημος ναός του παλατιού και των ευγενών, βρίσκεται στην Επάνω Χώρα. Χτίστηκε ανάμεσα στο 1350 και το 1365 από τον Μανουήλ Καντακουζηνό, τον πρώτο δεσπότη του Μυστρά, και ταυτίζεται με το ναό του Ζωοδότη Χριστού, ο οποίος ιδρύθηκε από τον Μανουήλ και μετατράπηκε σε ανδρικό μοναστήρι με πατριαρχικό σιγίλλιο του 1365. Ανήκει στον απλό δίστυλο τύπο (τον ίδιο με την Ευαγγελιστρία και την Περίβλεπτο) και διατηρεί λίγα μόνο στοιχεία από το γλυπτό διάκοσμο και τις τοιχογραφίες της. Πάνω στα επίκρανα των κιόνων διακρίνεται το μονόγραμμα του κτήτορά της, Μανουήλ Καντακουζηνού: Μανουήλ Καντακουζηνός Παλαιολόγος Δεσπότης Κτήτωρ[6]
Περίβλεπτος : Μονή Παναγίας Περιβλέπτου
Το περίπλοκο και γραφικό μοναστηριακό συγκρότημα της Περιβλέπτου βρίσκεται στο νοτιοανατολικό άκρο του οικισμού, δίπλα στον απόκρημνο βράχο. Υπήρξε καθολικό μοναστηριού αφιερωμένου στην Παναγία[7].
Παντάνασσα : Μονή Παντάνασσας
Εξαιρετικές τοιχογραφίες στον όροφο και στο ιερό, που χρονολογούνται γύρω στα 1430, ενώ αυτές του ισογείου είναι του 18ου αι.[8]
Μουσείο Μυστρά
Το μουσείο ιδρύθηκε το 1951 και στεγάζεται σε διώροφο κτήριο της δυτικής πτέρυγας της βόρειας αυλής της Μητρόπολης. Το πρώτο άτυπο μουσείο στην ανατολική πτέρυγα του μητροπολιτικού συγκροτήματος ιδρύθηκε από τον Γάλλο βυζαντινολόγο Γκαμπριέλ Μιλέ στα τέλη του 19ου αιώνα[9]. Στα χρόνια που μεσολάβησαν από την ίδρυσή του το 1951, η συλλογή του μουσείου εμπλουτίστηκε σημαντικά και περιλαμβάνει γλυπτά, αρχιτεκτονικά μέλη, τοιχογραφίες, φορητές εικόνες, ενδυματολογικά κατάλοιπα, κοσμήματα και χειρόγραφους κώδικες, που χρονολογούνται από τα παλαιοχριστιανικά ως τα μεταβυζαντινά χρόνια. Το σημαντικότερο έκθεμα του μουσείου είναι τμήματα μεταξωτού γυναικείου φορέματος και πλεξούδα μαλλιών, από τάφο που βρέθηκε στην Αγία Σοφία. Άλλα σημαντικά εκθέματα είναι:
Τέλος, στο μουσείο υπάρχουν τρεις χειρόγραφοι κώδικες της Ιεράς Μητρόπολης Μονεμβασίας και Σπάρτης, που χρονολογούνται στα υστεροβυζαντινά και μεταβυζαντινά χρόνια.